ξεπροβάλλει,
δίχως φωνές, μα σιωπηλά, τη
σάρκα μας χτυπάει,
αδύναμοι στο σώμα, και θέληση
καμιά,
στους άρχοντες γυρεύουμε, ξανά παρηγοριά.
Θαρρώ πως να, μας τα λεγαν,
ετούτα τα κακά,
αυτιά κλειστά όμως είχαμε, στα
λόγια τους, ξανά,
τη πρόσκαιρη βολή μας, έργο
ξαναπαιγμένο,
ηθοποιοί στη δύση τους, σενάριο καμένο.
Τα μάτια της ψυχής μας να
ανοίξουνε ξανά,
να διώξουμε την θλίψη, μέσα
απ' τη καρδιά,
ο δρόμος είναι ένας, στενός
και σιωπηλός,
μονόδρομος θαρρώ, διαβαίνεις
μοναχός".